Το νέο νατοϊκό παιχνίδι στο Αφγανιστάν με πρωταγωνιστή την Τουρκία

Το νέο νατοϊκό παιχνίδι στο Αφγανιστάν με πρωταγωνιστή την Τουρκία

Το νέο νατοϊκό παιχνίδι στο Αφγανιστάν με πρωταγωνιστή την Τουρκία

Το νέο νατοϊκό παιχνίδι στο Αφγανιστάν με πρωταγωνιστή την Τουρκία

Τις τελευταίες μέρες βιώνουμε την εκ νέου κατάρρευση του Αφγανικού κράτους.

Ενός κράτους το οποίο, ως γνωστόν, δεν οικοδομήθηκε με δημοκρατικές διαδικασίες από τους ίδιους τους κατοίκους του, αλλά υπήρξε ένα ακόμα προϊόν των αποικιοκρατικών πολιτικών της «δύσης». Οι ΗΠΑ, οι διεφθαρμένοι Αφγανοί πολιτικοί και οι Ταλιμπάν είναι οι υπεύθυνοι γι’ αυτή τη ζοφερή κατάσταση.

Όπως ήταν αναμενόμενο, η όζουσα αυτή κατάσταση προσέλκυσε στο Αφγανιστάν τις πιο οπορτουνιστικές δυνάμεις της περιοχής - τους τζιχαντιστές και την Τουρκία.

Ο Ερντογάν, βλέποντας λαίμαργα την καταστροφή του αφγανικού κράτους, εποφθαλμιά για τον εαυτό του έναν ρόλο αρμοστή στη χώρα. Σε αυτό συνέβαλε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπάιντεν, ο οποίος είχε αναθέσει στον Ερντογάν την φύλαξη του αεροδρομίου της Καμπούλ. Αν και τα σχέδια αυτά ματαιώθηκαν de facto από την σαρωτική επέλαση των Ταλιμπάν στη χώρα, ο Ερντογάν και πάλι βγήκε κερδισμένος, για δύο λόγους.

Πρώτον, διότι η ανάθεση της αποστολής από τον Μπάιντεν, νομιμοποίησε τον Ερντογάν, , «ξεπλένοντας» έτσι τα εγκλήματα του τουρκικού καθεστώτος. Ο Ερντογάν βγήκε ενισχυμένος από τη συμφωνία του με τον Αμερικανό Πρόεδρο, προβάλλοντας τον εαυτό του στο εσωτερικό της χώρας και διεθνώς, ως αρμοστή των εξελίξεων, και την Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη. Όλα αυτά συνέβησαν καθώς ο Ερντογάν παρατηρούσε την εκλογική του βάση να εκμηδενίζεται και την διεθνή του θέση να εξασθενεί, λόγω προσωπικών σκανδάλων, εγκλημάτων απέναντι στους Κούρδους, διαφθοράς και εν γένει αυταρχισμού του καθεστώτος του. Ως εκ τούτου, η συνεννόησή του με τον Μπάιντεν, αποτέλεσε μια σανίδα σωτηρίας για τον ίδιο, και μία πολιτική ενίσχυση την οποία αξιοποιεί στο έπακρο, εις βάρος των λαών της Τουρκίας και της υπόλοιπης περιοχής.

Δεύτερον, ο Ερντογάν αν και δεν κατάφερε να αναλάβει τη φύλαξη του αεροδρομίου της Καμπούλ, ωστόσο με το «άνοιγμα» που του πρόσφερε ο Μπάιντεν στο Αφγανιστάν, κατάφερε να προσεγγίσει και να προσεταιριστεί την ηγεσία των Ταλιμπάν. Σχεδόν υμνώντας δημόσια τους βάρβαρους Ταλιμπάν, οι Ερντογάν και Τσαβούσογλου επιδίδονται σε μία δημόσια καμπάνια φιλίας και εξευμενισμού του «θηρίου», κάνοντας λόγο για κοινές αξίες, κοινή ιδεολογία και θρησκευτικές πεποιθήσεις μεταξύ Ταλιμπάν και Τουρκίας. Με τον τρόπο αυτό, ο Ερντογάν χτίζει γέφυρες για να αποκομίσει προσωπικά οφέλη στη χώρα, έχοντας διακρίνει το πραγματικό σχέδιο των ΗΠΑ στην περιοχή.

Σκοπός των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για το Αφγανιστάν, είναι η δημιουργία ενός νέου τζιχαντιστικού κέντρου, όπως επιχείρησαν να κάνουν στη Συρία και τη Λιβύη.

Όπως πάντα πρόθυμος για την «βρομοδουλειά», ο Ερντογάν δέχτηκε να μεταφέρει τζιχαντιστές στο Αφγανιστάν και από άλλες περιοχές, καθώς είναι γνωστό ότι στρατολογεί νέους από όλη την Μ. Ανατολή, κατηχώντας τους στην τζιχαντιστική ιδεολογία.

Το νέο σχέδιο του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν

Οι νατοϊκές δυνάμεις φιλοδοξούν με τη δημιουργία ενός τζιχαντιστικού παράδεισου στο Αφγανιστάν, να ξεσηκώσουν το μουσουλμανικό στοιχείο στις γειτονικές χώρες. Η δημιουργία τζιχαντιστικών θυλάκων σε Ουζμπεκιστάν και Τατζικιστάν θα αποτελέσει  στρατηγική απειλή για την Ρωσία, όπως και ενίσχυση των μουσουλμάνων αυτονομιστών της Τσετσενίας. Ήδη έχουν αρχίσει να παρατηρούνται βίαιες αναταραχές και θρησκευτικές εξάρσεις στις εν λόγω περιοχές. Ομοίως, ο ίδιος σχεδιασμός στοχοποιεί και την Κίνα, η οποία μοιράζεται ένα στενό σύνορο με το Αφγανιστάν, στο οποίο όμως διαμένουν οι μουσουλμανικές κοινότητες, τις οποίες δεν ελέγχει απόλυτα το Πεκίνο.

Ο στόχος λοιπόν των ΗΠΑ είναι η αποσταθεροποίηση της Ρωσίας και της Κίνας, μέσω της εισαγωγής του τζιχαντιστικού παράγοντα, στο μαλακό υπογάστριο των δύο χωρών. Ο στόχος της Τουρκίας είναι η μεταφορά τζιχαντιστών στο Αφγανιστάν, έτσι ώστε να στηρίξει τις αμερικανικές βλέψεις, εξασφαλίζοντας την άδεια να συνεχίσει ανενόχλητη το γενοκτονικό έργο της στην ευρύτερη περιοχή.

Παράλληλα, ο Ερντογάν θα βρεθεί με μία αστείρευτη πηγή στρατολόγησης νέων τζιχαντιστών - μισθοφόρων, για τη διεξαγωγή του πολέμου του κατά των Κούρδων, των Ελλήνων και των λοιπών του αντιπάλων.

Αυτόν ακριβώς τον νατοϊκό ρόλο θα διαδραματίσει το «Ισλαμικό Κράτος του Χορασάν», το οποίο από γεωπολιτική και στρατιωτική ασημαντότητα, με τη βοήθεια της ξένης υποστήριξης και ενθάρρυνσης θα εξελιχθεί σε περιφερειακή απειλή, όπως ακριβώς συνέβη με το ISIS στο Ιράκ και τη Συρία.

Κάπως έτσι αναδεικνύεται ο σκιώδης ρόλος των ΗΠΑ, οι οποίες εκτέθηκαν ανεπανόρθωτα στη διεθνή κοινότητα και τους λαούς της περιοχής, με την αναξιοπιστία και την ανικανότητα που επέδειξαν, εγκαταλείποντας για ακόμα μια φορά τους συμμάχους τους στο Αφγανιστάν. Πρόκειται για μία υπερδύναμη, η οποία ενώ είχε ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις με τους Ταλιμπάν εδώ και δύο χρόνια, δεν κατάφερε να παρέχει τη στοιχειώδη προστασία στους ανθρώπους που τη βοηθούσαν επί δεκαετίες. Ακριβώς το ίδιο έκαναν και επί προεδρίας Τραμπ, στον Κουρδικό λαό στη Συρία, όταν οι ΗΠΑ πρόδωσαν και εγκατέλειψαν με τον χειρότερο τρόπο τους Κούρδους, οι οποίοι θρήνησαν 20.000 νέους νεκρούς μάρτυρες, στον αγώνα εναντίον του ISIS.

Με αυτό το αίμα του ανθού του Κουρδικού λαού ηττήθηκε το ISIS στο Ιράκ και τη Συρία.

Τέλος, ντροπή προκαλεί και η στάση του ΟΗΕ και εν γένει της διεθνούς κοινότητας, η οποία αρνείται να αναγνωρίσει τους Κούρδους της Συρίας στη Ροζάβα, που πολέμησαν και νίκησαν τους τζιχαντιστές, για λογαριασμό ολόκληρης της ανθρωπότητας. Αυτοί που δήθεν κόπτονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αρνούνται να νομιμοποιήσουν το δημοκρατικό μοντέλο διακυβέρνησης των Κούρδων, υπό το οποίο εδώ και δέκα χρόνια, όλοι οι λαοί και οι θρησκείες της περιοχής ζούνε με ειρήνη και συντροφικότητα. Και από την άλλη, αποφάσισαν να αναγνωρίσουν και να νομιμοποιήσουν τους τζιχαντιστές και τους Ταλιμπάν, οι οποίοι μέχρι χθες διέπρατταν σφαγές και βαρβαρότητες, για να κάθονται σήμερα ομοτράπεζοι των διεθνών ηγετών στις πολιτικές διαπραγματεύσεις.