Γέννηση, ακμή και παρακμή του τουρκικού εθνικισμού (α’ μέρος)

Γέννηση, ακμή και παρακμή του τουρκικού εθνικισμού (α’ μέρος)

Γέννηση, ακμή και παρακμή του τουρκικού εθνικισμού

Γέννηση, ακμή και παρακμή του τουρκικού εθνικισμού (α’ μέρος)

Του Αμπντουλάχ Οτσαλάν

Τις ρίζες του τουρκικού εθνικισμού μπορούμε να τις αναζητήσουμε στα εθνικιστικά κινήματα των Βαλκανίων, ενώ τις ρίζες των τελευταίων τις βρίσκουμε υπό μορφή αστικού εθνικισμού, έτσι όπως αυτός εκφράστηκε κατά τη Γαλλική επανάσταση. Στην ανάπτυξη του τουρκικού εθνικισμού συνέτειναν και ομάδες προσφύγων από την Τσαρική Ρωσία που μιλούσαν τουρκικές διαλέκτους, και οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Τουρκία λόγω της καταπίεσης που υφίσταντο από το τσαρικό καθεστώς.

Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι θα πρέπει να ερευνηθεί πώς μέσα από αυτές τις διάφορες εθνότητες, οι οποίες μετέπειτα μετεξελίχθηκαν σε έθνος, γεννήθηκε ο τουρκικός εθνικισμός.

Στη σημερινή Τουρκία, υπάρχει ένα είδος εθνικισμού Τουρκο-Ισλαμικής σύνθεσης. Όταν τα λεγόμενα τουρκικά φύλα εγκαταστάθηκαν στις στέπες της Κεντρικής Ασίας, δεν είχαν διαμορφωμένη καμία εθνική συνείδηση. Ζούσαν έναν νομαδικό τρόπο ζωής κατά φυλές. Αυτή η κοινωνική τους δομή προσιδιάζει, από πολλές πλευρές, με ανάλογες νομαδικές φυλετικές δομές δικών μας περιοχών (Κουρδιστάν). Ακόμα και τα δύο μεγαλύτερα φύλα των Τούρκων, οι Σελτζούκοι και οι Οθωμανοί, δεν μπορούμε να πούμε ότι είχαν αναπτύξει εθνική συνείδηση.

Αξιοσημείωτο είναι ότι οι Σελτζούκοι και οι Οθωμανοί δεν αποδέχονταν τη λεγόμενη τουρκική συνείδηση αφού μάλιστα θεωρούσαν και ως υποτιμητικό για κάποιον να την επικαλείται. Και μόνο η λέξη «Τούρκος» αποτελούσε βρισιά για έναν Οθωμανό.

Είναι ψεύτικη η σημερινή τουρκική προπαγάνδα που διακηρύσσει ότι από τα πανάρχαια χρόνια το τουρκικό έθνος ήταν ισχυρό και ζούσε ελεύθερα. Η Τουρκική εθνική συνείδηση αρχίζει να αναπτύσσεται στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Μέχρι το πρώτο μισό του 19ου αιώνα δεν υπήρχε ζήτημα εθνικής συνείδησης.

Η περίοδος της τουρκικής βαρβαρότητας

Παλιά θρησκεία των Τούρκων υπήρξε ο Σαμανισμός, θρησκεία που πίστευε στη δύναμη της φύσης. Κατά την περίοδο αυτή, τα τουρκικά φύλα διένυαν την περίοδο της βαρβαρότητας. Στην επεκτατική τους περίοδο, ειδικότερα όταν αρχίζουν τις εισβολές τους στο Ιράν, χρησιμοποιούν πλέον τα άλογα. Αυτό αποδεικνύει ότι υπήρξαν ένας λαός πολεμικός από παλιότερα.

Εξαιτίας των φυσικών και γεωγραφικών συνθηκών που αντιμετωπίζουν, αρχίζουν να επεκτείνονται προς τις περιοχές του Ιράν, τις οποίες ορέγονται κυρίως για λόγους απόκτησης υλικών αγαθών. Χαρακτηριστικό είναι ότι τα τουρκικά φύλα, με το πλεονέκτημα της εύκολης μετακίνησής τους, ως παραδοσιακά νομαδικός λαός σε αυτές τις ιστορικές περιόδους, εισβάλλουν με ευκολία στις περιοχές πολιτισμένων λαών. Όπως έγινε, για παράδειγμα, με τις βαρβαρικές εισβολές στη Ρωμαϊκή, Ελληνική και την Περσική αυτοκρατορία, λόγω της ιστορικής παρακμής που διέρχονταν αυτοί οι πολιτισμοί.

Όταν τα τουρκικά φύλα εισέβαλαν στο Ιράν, διαπίστωσαν ότι είχαν να κάνουν με δυο πολύ αναπτυγμένους λαούς, τους Πέρσες και τους Κούρδους. Στα σημερινά εδάφη της Μεσοποταμίας και της Μ. Ανατολής, είχε επίσης αναπτυχθεί ένας αξιόλογος Αραβικός πολιτισμός. Έτσι λοιπόν, όταν τα τουρκικά φύλα, που δεν διέθεταν κανένα αναπτυγμένο πολιτισμικό στοιχείο παρά μόνο στοιχεία βαρβαρότητας, όπως λεηλασίες, κτλ., ήρθαν σε επαφή με τόσο προηγμένους πολιτισμούς, υπέστησαν ριζική αλλαγή στις κοινωνικές τους δομές.

Από αυτήν την επαφή χαρακτηριστική είναι η χρησιμοποίηση των Τούρκων σε διάφορες θέσεις από τους Άραβες άρχοντες, επιλέγοντας από τον πιο απλό μέχρι τον πιο σπουδαίο Τούρκο. Αυτή η έμμεση διείσδυση των Τούρκων σε ισχυρά κράτη τους έδωσε την ευκαιρία να αποκτήσουν ισχυρές σχέσεις, και είχε σαν αποτέλεσμα να αποκτούν τον έλεγχο, όπως έγινε στην περίπτωση του Βυζαντίου και της Βαγδάτης.

Αργότερα, όταν οι Τούρκοι αρχίζουν να κάνουν γενίτσαρους με τη μέθοδο του παιδομαζώματος από τις περιοχές των Βαλκανίων, γίνονται πλέον μεγάλη στρατιωτική δύναμη.

Η αφομοίωση των Τούρκων μέσα σε άλλους λαούς

Στην Οθωμανική περίοδο, οι λεγόμενες τουρκικές φυλές δεν έχουν αναπτύξει ακόμα μια ενιαία εθνική συνείδηση, αντίθετα με τους άλλους λαούς οι οποίοι είχαν εθνική συνείδηση, όπως οι Έλληνες, οι Αρμένιοι, οι Άραβες, οι Πέρσες, οι Κούρδοι. Συνέπεια αυτού του γεγονότος, ήταν να αφομοιώνονται οι Τούρκοι μέσα σε άλλους λαούς, που είχαν εθνική υπόσταση, οικονομικές και κοινωνικές δομές. Έτσι έγινε με πολλούς Τούρκους που έγιναν Κούρδοι, ενώ δεν συνέβη το αντίθετο. Μπορούμε να αναφέρουμε το παράδειγμα της φυλής Καρακετσιλί που ζει σήμερα στους πρόποδες του βουνού Καρατζουντούχ, η οποία ήταν τουρκική, αλλά με την πάροδο των χρόνων αφομοιώθηκε από τους Κούρδους. Παραδείγματα ανάλογων περιπτώσεων υπάρχουν πολλά.

Συμπερασματικά, μπορεί να πει κανείς, ότι στη διάρκεια του 19ου αιώνα οι Τούρκοι αφομοιώνονταν στους Κούρδους, και όχι το αντίθετο.

Ο τουρκικός πολιτισμός και η γλώσσα τους δεν είχε την δυνατότητα εξάπλωσης γιατί δεν διέθετε το εύρος άλλων πολιτισμών.

Είναι αξιοπρόσεκτο, και πρέπει να αναφερθεί, πως τα τελευταία 50 χρόνια αυτοί που εκτουρκίζονται είναι οι Κούρδοι.

Για να αναπτυχθούν οι Τούρκοι επιλέγουν τον Ισλαμισμό. Το ερώτημα όμως που προκύπτει είναι: Γιατί η Τουρκία εξισλαμίστηκες; Η απάντηση είναι απλή διότι το βασικό κίνητρο ήταν το οικονομικό συμφέρον. Έτσι λοιπόν, οι Τούρκοι δεν έβλεπαν το Ισλάμ σαν μια θρησκεία, αλλά σαν ένα μέσο επιβολής, σαν ένα μέσο απόκτησης κρατικής υπόστασης και υλικών αγαθών από τις λεηλασίες. Παράλληλα δανείζονται στοιχεία παιδείας από άλλους πολιτισμένους λαούς, και με αυτόν τον τρόπο δημιουργούν τη δική τους παιδεία.

Οι τουρκικές αυτές φυλές που μπόρεσαν και δημιούργησαν κρατική υπόσταση ξεχώρισαν από τις άλλες που παρέμειναν νομαδικές, και που ονομάστηκαν Τουρκμένοι.

Η κυρίαρχη εκδοχή του Ισλαμισμού ήταν οι Σουνίτες, ενώ η αντιπολίτευση στο Ιράν ήταν Σιίτες, στη δε Μ. Ασία ήταν Αλεβίτες. Έτσι, οι Σουνίτες είχαν την κυριαρχία, ενώ οι Αλεβίτες δεν μπόρεσαν να οργανωθούν ποτέ σε κράτος, γι’ αυτό και μεταξύ των δύο αυτών πλευρών του Ισλάμ υπήρξε πάντοτε μια αντιπαράθεση με ταξικές προεκτάσεις.

Σημείωση σύνταξης: Οι Τούρκοι για να αποκτήσουν δύναμη, έπρεπε να πλησιάσουν την αραβική αριστοκρατία. Γι’ αυτό και αποδέχθηκαν τον Σουνιτισμό, με αποτέλεσμα να υπάρχει σ’ αυτούς μεγάλο ποσοστό εκπερσισμού και εξαραβισμού.