Η «ανατολίτικη» διπλωματία του Ερντογάν

Η «ανατολίτικη» διπλωματία του Ερντογάν

Η «ανατολίτικη» διπλωματία του Ερντογάν

Η «ανατολίτικη» διπλωματία του Ερντογάν

Καθώς βρίσκεται αντιμέτωπος με αλλεπάλληλες πολιτικές, οικονομικές, πολιτιστικές και ηθικές κρίσεις, ο Ερντογάν αναζητά τρόπους διεξόδου και αναβολής του τέλους που συνειδητοποιεί ότι έρχεται.

Προχωρώντας σε προσχηματικές «μεταρρυθμίσεις» και κινήσεις εντυπωσιασμού στο εσωτερικό, με παράλληλη δίωξη των Κούρδων και λοιπών κοινωνικών ομάδων που αντιστέκονται, το τουρκικό καθεστώς ακολουθεί ταυτόχρονα μια επιθετική διπλωματία στο εξωτερικό, επιλέγοντας πολιτικά πρόσωπα – κλειδιά.

Ο Ερντογάν, με τις αυταρχικές του πράξεις, τις διώξεις και τους πολέμους, πέτυχε να καταστεί η Τουρκία διεθνής παρίας.

Πρόκειται για ένα καθεστώς το οποίο καταδικάζεται από διεθνείς φορείς, όπως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την παράνομη φυλάκιση των δύο συμπροέδρων του HDP, έντεκα βουλευτών, παραπάνω από πενήντα δημάρχους, όπως και την παράνομη κράτηση και φυλάκιση εκατοντάδων λοιπών στελεχών του κόμματος.

Μοναδική σανίδα σωτηρίας του καθεστώτος καθ’ όλη αυτή την περίοδο, υπήρξαν οι στενές και ηθικά αμφισβητούμενες προσωπικές σχέσεις του Ερντογάν, με αντίστοιχα αυταρχικά καθεστώτα όπως αυτό του Ρώσου προέδρου Πούτιν, και του αμφιλεγόμενου απερχόμενου προέδρου των ΗΠΑ, Τραμπ.

Στα ίδια πλαίσια λοιπόν ο Ερντογάν επιλέγει τώρα τη διπλωματία «προσώπων» και απέστειλε τρεις νέους πρέσβεις του σε χώρες κλειδιά, με αποκλειστικό σκοπό την επιβίωση του καθεστώτος.

Μετά από παραπάνω από δύο χρόνια διακοπής των διπλωματικών σχέσεων Τουρκίας και Ισραήλ, ο Ερντογάν πραγματοποιεί τώρα στροφή 180 μοιρών και στέλνει ως νέο πρέσβη στο Τελ Αβίβ τον Ufuk Ulutaş. Πρόκειται για έναν πολιτικό οπαδό του Ερντογάν, της απολύτου εμπιστοσύνης του, ο οποίος σπούδασε Εβραϊκή πολιτική και Μέση Ανατολή στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ. Έχοντας αρθρογραφήσει εκτενώς για τη Μέση Ανατολή και την Εβραϊκή ιστορία, ο Ulutaş θεωρείται επίσης και ειδικός στα θέματα του Ιράν.

Η επιθυμία του Ερντογάν είναι προφανής, καθώς επιδιώκει μία τακτική επαναπροσέγγιση με το Ισραήλ, η οποία θα σηματοδοτήσει μία διπλωματική κίνηση που μπορεί να του αποφέρει δύο θετικά αποτελέσματα. Το πρώτο, είναι ο εξευμενισμός του επερχόμενου προέδρου Μπάιντεν, ποντάροντας σε μία επικείμενη Ισραηλινοτουρκική φιλία. Το δεύτερο είναι μια πιθανή συμφωνία οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών μεταξύ της Άγκυρας και του Τελ Αβίβ, κάτι που θα ακύρωνε de facto τη συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ μεταξύ Ισραήλ και Κύπρου, και που αποτελεί στρατηγικό στόχο του τουρκικού καθεστώτος.

Κάπως έτσι αποκαλύπτεται και ως κίβδηλος ο υποτιθέμενος ρόλος του Ερντογάν ως «υπερασπιστής των Παλαιστινίων και εχθρός του Ισραήλ», τον οποίο πρόβαλε μάλιστα σε έντονους τόνους η τουρκική προπαγάνδα.

Παράλληλα, επενδύοντας για ακόμα μια φορά στην ισχύ και την επιρροή των «προσώπων», ο Ερντογάν επέλεξε ως νέο πρέσβη στη Ουάσιγκτον, τον Murat Mercan. Ο σπουδαγμένος στις ΗΠΑ Mercan, είναι ένας εκ των συνιδρυτών του ΑΚΡ και έχει ως αποστολή του την απόδοση «κλαδιού ελιάς» στο Μπάιντεν εκ μέρους του Ερντογάν. Ως εκ τούτου, η διπλωματία των προσώπων, αποσκοπεί ξεκάθαρα στην επαναπροσέγγιση των ΗΠΑ και την προστασία του τουρκικού καθεστώτος από τη χειρότερη εκδοχή των κυρώσεων που ψήφισε εναντίον του το Αμερικανικό Κογκρέσο.

Την «τριανδρία» των πολιτικών προσώπων – κλειδιών, συμπληρώνει ο νέος πρέσβης του Ερντογάν στη Γαλλία, Ali Onaner. Πρόκειται για έναν προσωπικό φίλο του Γάλλου Προέδρου Μακρόν, ο οποίος θα επιδώσει τα διαπιστευτήριά του στην Γαλλία μετά από τη θητεία του στην Τυνησία, η οποία ως μέλος της francophonie, διαθέτει ιδιαίτερη βαρύτητα για τα γαλλικά συμφέροντα. Η κίνηση αυτή σηματοδοτεί την προσπάθεια του Ερντογάν να εξομαλύνει τις σχέσεις του και με την Γαλλία, η οποία αποτελεί τον δεύτερο μεγάλο «δυτικό» κίνδυνο για επιβολή κυρώσεων κατά του καθεστώτος.

Στα ανωτέρω πρέπει να συμπεριληφθούν και οι πρόσφατες προσπάθειες επαναπροσέγγισης της Σ. Αραβίας και της Αιγύπτου από τον Ερντογάν. Πρόκειται για κράτη τα οποία μαζί με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, μποϊκοτάρουν την χειμαζόμενη τουρκική οικονομία, γεγονός που απειλεί την πολιτική επιβίωση του Ερντογάν.

Επιχειρώντας λοιπόν μια πλήρη επαναπροσέγγιση των μέχρι τώρα αντιπάλων του, οι οποίοι δύνανται όμως να τον πλήξουν πολιτικά και οικονομικά, ο χρόνος μόνο μπορεί να δείξει κατά πόσο θα αποδώσει η διπλωματία των «προσώπων» του Ερντογάν, ή αν θα αποτύχουν οι προσχηματικοί τακτικισμοί του και οι κινήσεις εντυπωσιασμού, οι οποίες απλώς υποτιμούν την νοημοσύνη των συνομιλητών του.