Τι μας διδάσκει η ελληνοτουρκική κρίση του 1987
Τι μας διδάσκει η ελληνοτουρκική κρίση του 1987
- Date: 30 Μαρτίου, 2022
- Date: 30 Μαρτίου, 2022
Τι μας διδάσκει η ελληνοτουρκική κρίση του 1987
Όταν φέραμε την Τουρκία μπροστά στο δίλημμα «Πόλεμος ή Αναδίπλωση», προτίμησε την αναδίπλωση.
Γράφει ο Λάμπρος Τζούμης, αντιστράτηγος ε.α
Η ελληνοτουρκική κρίση το 1987 έφερε τις δύο χώρες στα πρόθυρα του πολέμου. Ξεκίνησε με την απόφαση της κοινοπραξίας που εκμεταλλευόταν τα πετρέλαια της Θάσου, να προχωρήσει σε έρευνες για την ύπαρξη νέων κοιτασμάτων, πέραν των 6 ν.μ. Σύμφωνα με την άποψη της Τουρκίας οι έρευνες αυτές έρχονταν σε αντίθεση με το πρακτικό της Βέρνης, το οποίο είχαν υπογράψει η Ελλάδα και η Τουρκία το Νοε. του 1976. Στις 26 Μαρτίου 1987, το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας της Τουρκίας αποφάσισε να στείλει το ερευνητικό σκάφος «ΧΟΡΑ» που είχε μετονομαστεί σε «ΣΙΣΜΙΚ» στο Αιγαίο για έρευνες. Συγχρόνως οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις ετίθεντο σε επιφυλακή.
Η Ελλάδα αποφάσισε να χτυπήσει το τουρκικό ερευνητικό σκάφος, εάν επιχειρούσε να διεξάγει έρευνες στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Διατάχθηκε γενική επιστράτευση, ενώ παράλληλα, έγινε ενημέρωση όλων των διεθνών οργανισμών και της διεθνούς κοινής γνώμης για την κρισιμότητα της κατάστασης.
Η Ελληνική κυβέρνηση προχώρησε σε δύο σημαντικές κινήσεις οι οποίες κλιμάκωναν την κρίση και τόνιζαν την αποφασιστικότητα για την υπεράσπιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας. Συγκεκριμένα ανακοίνωσε ότι θα κλείσει την βάση των ΗΠΑ της Νέας Μάκρης και να σταλεί ο υπουργός εξωτερικών στη Σόφια για διαβουλεύσεις με τη βουλγαρική κυβέρνηση. Αυτή ήταν μία ενέργεια που προκάλεσε, όπως ήταν επόμενο, ανησυχία στους κύκλους του ΝΑΤΟ και απέβλεπε να δώσει υπόσταση, στην απειλή ότι σε περίπτωση σύγκρουσης Ελλάδας - Τουρκίας, ολόκληρη η Νοτιανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ θα κατέρρεε.
Η αντίδραση της βουλγαρικής κυβέρνησης υπήρξε θετική. Ο Βούλγαρος πρόεδρος, Τέοντορ Ζίβκωφ, εξέφρασε την υποστήριξή του στην ελληνική κυβέρνηση, αναφέροντας μάλιστα στον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών Κάρολο Παπούλια, ότι η Ελλάδα θα μπορούσε, να αποδεσμεύσει όσες στρατιωτικές μονάδες ήθελε από την ελληνοβουλγαρική μεθόριο. Προχωρώντας δε ακόμη περισσότερο ο Βούλγαρος πρόεδρος διέταξε την προώθηση μιας μηχανοκίνητης βουλγαρικής ταξιαρχίας στα σύνορα της Βουλγαρίας με την Τουρκία. Κανείς βέβαια δεν μπορεί να ισχυρισθεί με βεβαιότητα ότι η Βουλγαρία θα αναμειγνυόταν στρατιωτικά σε ενδεχόμενη ελληνοτουρκική διένεξη.
Οι δύο αυτές κινήσεις της Ελλάδος επιτάχυναν τις εξελίξεις, κλιμακώνοντας συγχρόνως την κρίση. Οι ενέργειες αυτές έδειχναν ότι η Ελλάδα ήταν αποφασισμένη να πάρει πολύ μεγαλύτερο «ρίσκο» από την Τουρκία, η οποία επιθυμούσε να κάμψει την Ελλάδα και να την οδηγήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για το σύνολο των ζητημάτων που η ίδια έθετε στο Αιγαίο. Στις 27 Μαρτίου μετά από παρέμβαση της Μ. Βρετανίας και του Γ.Γ. του ΝΑΤΟ Λόρδου Κάρινγκτον, ο Τουργκούτ Οζάλ, που βρισκόταν στο Λονδίνο προερχόμενος από τις ΗΠΑ όπου είχε υποβληθεί σε εγχείρηση καρδιάς, σε συνέντευξή του στο B.B.C. μετέβαλε τη στάση του, δηλώνοντας ότι το τουρκικό ερευνητικό σκάφος δεν θα έβγαινε στο Αιγαίο για έρευνες.
Η διαχείριση της κρίσης από ελληνικής πλευράς μπορεί να χαρακτηριστεί επιτυχής και σ΄ αυτό συνετέλεσαν ότι :
- Η πρόθεση της Ελλάδας να εμποδίσει την είσοδο του ΣΙΣΜΙΚ στο Αιγαίο δια των όπλων και να προχωρήσει σε πόλεμο, κατέστη αξιόπιστη από την κλιμάκωση της κρίσης μέσω του κλεισίματος της βάσης της Ν. Μάκρης και της συνεργασίας με τη Βουλγαρία.
- Υπήρξε άμεση αντίδραση των διεθνών δρώντων προς εκτόνωση της κρίσης, κάτω από τον κίνδυνο κατάρρευσης της Ν.Α. πτέρυγας του ΝΑΤΟ.
- Υπήρχε εσωτερική νομιμοποίηση γεγονός που φάνηκε από την άμεση κινητοποίηση και τακτικό πλεονέκτημα για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Ο ελληνικός Στόλος είχε λάβει θέσεις μάχης έξω από τα στενά αποκλείοντας τα πριν εξέλθει ο τουρκικός και στην Ανατολική Θράκη δεν είχαν προωθηθεί οι στρατηγικές τουρκικές εφεδρείες. Θα ήθελα να επισημάνω από την προσωπική μου βιωματική εμπειρία ως Δκτης Λόχου στη ν. Ρόδο κατά τη διάρκεια της κρίσης, το υψηλό ηθικό του επιστρατευμένου προσωπικού αλλά και την πρόθεση της Ελλάδας να προχωρήσει σε πόλεμο, γεγονός που καταδεικνύεται από τη διαταγή που δόθηκε για στρώση ναρκοπεδίων.
- Το διακύβευμα ήταν πολύ μεγαλύτερο και ζωτικής σημασίας για την Ελλάδα από την Τουρκία. Εφόσον γινόταν έναρξη των γεωτρήσεων και δημιουργία τετελεσμένων, η Τουρκία θα επιχειρούσε τον έλεγχο της κυριαρχίας και σε άλλα καθεστώτα, όπως ο εναέριος χώρος και δεν θα σταματούσε την οικονομική εκμετάλλευση σε μέρους του Αιγαίου, αλλά θα επέκτεινε τις δραστηριότητες αυτές προοδευτικά μέχρι τον 25ο μεσημβρινό όπως είναι η πάγια πρόθεσή της.
Θα πρέπει όμως να επισημανθεί το πολιτικό και διπλωματικό παράδοξο, καθόσον την επόμενη χρονιά στη συνάντηση των πρωθυπουργών Ελλάδας και Τουρκίας στο Νταβός, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα πήγε με τον αέρα της επικράτησής της στην πρόσφατη κρίση έφυγε σαφώς με δυσμενέστατη θέση, όσον αφορά τα συμφέροντά της σε σχέση με την Τουρκία. Ο Ανδρέας Παπανδρέου δεσμεύτηκε απέναντι στον Οζάλ, ότι η Ελλάδα θα απέχει από οποιαδήποτε έρευνα στα διεθνή ύδατα του Αιγαίου, αν κάνει το ίδιο και η Τουρκία, μέχρις ότου λυθεί το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας. Λίγους μήνες αργότερα ο Ανδρέας Παπανδρέου θα κάνει την αυτοκριτική του με τη λατινική φράση «mea culpa» δηλ. (λάθος μου), για την εξαιρετικά ζημιογόνο για τα συμφέροντα της Ελλάδας δέσμευση.
- Απόσπασμα από το βιβλίο μου : «Σε τροχιά σύγκρουσης με την Τουρκία»
Αφήστε ένα σχόλιο